Ενούρηση

ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΑΠΕΚΚΡΙΣΗΣ: Ενούρηση: κλινική εικόνα και κριτήρια

Η ενούρηση μπορεί να εμφανίζεται:

  • μόνο κατά τη διάρκεια της νύχτας, (νυχτερινή ενούρηση),
  • μόνο κατά τη διάρκεια της ημέρας (ημερήσια ενούρηση)
  • και την ημέρα και τη νύχτα.

 

Ο πιο συχνός τύπος ενούρησης είναι η νυχτερινή, η οποία συνήθως εμφανίζεται 2 – 3 ώρες μετά την έναρξη του ύπνου. Η ημερήσια ενούρηση εμφανίζεται πιο συχνά στα κορίτσια και είναι πολύ σπάνιο φαινόμενο μετά την ηλικία των 9 ετών.

Εάν δεν έχουν αποκτήσει ποτέ έλεγχο για μία περίοδο τουλάχιστον 6 μηνών μέχρι την ηλικία των 5 ετών θεωρούνται ότι παρουσιάζουν πρωτοπαθή ενούρηση (APA, 1994).

  • Σε άλλες περιπτώσεις, εμφανίζεται μεταγενέστερα, αφού προηγηθεί κάποια περίοδος επίκτητου ελέγχου της κύστης. Σε αυτή την περίπτωση η ενούρηση ονομάζεται δευτεροπαθής και η εμφάνισή της τοποθετείται συνήθως ανάμεσα στο 5ο και το 6ο έτος της ηλικίας.
  • Μπορεί να αποτελεί μονοσυμπτωματική κατάσταση ή να σχετίζεται με ευρύτερη συναισθηματική διαταραχή ή διαταραχή της συμπεριφοράς.
  • Η συνύπαρξη άλλων ψυχολογικών προβλημάτων είναι συνηθέστερη στα κορίτσια, στα άτομα που παρουσιάζουν ενούρηση και την ημέρα και τη νύχτα και στα άτομα με δευτεροπαθή ενούρηση, η οποία γενικά θεωρείται περισσότερο ψυχογενής (Wagner et al., 1982).

 

Ενούρηση: πιθανά αίτια

Σύμφωνα με τους Mash & Wolfe (1999), τα πιθανά αίτια της πρωτοπαθούς ενούρησης σχετίζονται κυρίως με οργανικούς παράγοντες. Φαίνεται μάλιστα ότι η εκδήλωσή της επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από γενετικούς παράγοντες.

Έχει διαπιστωθεί ότι τα παιδιά των οποίων και οι δύο γονείς ήταν ενουρητικοί, παρουσιάζουν και τα ίδια ενούρηση σε ποσοστό 77%, τα παιδιά των οποίων ο ένας γονέας ήταν ενουρητικός παρουσιάζουν ενούρηση σε ποσοστό 44%, ενώ από τα παιδιά στην οικογένεια των οποίων δεν υπήρχε ιστορικό ενούρησης, μόνο το 15% παρουσιάζει αυτό το πρόβλημα.

Επίσης, μονοζυγωτικοί δίδυμοι παρουσιάζουν και οι δύο ενούρηση σε ποσοστό 68% ενώ διζυγωτικοί σε ποσοστό 36% (Bakwin, 1973).

Γονίδιο στο 13ο χρωμόσωμα ενδέχεται να εμπλέκεται στη γενετική μεταβίβαση της τάσης για ενούρηση (Eiberg et al., 1995). Ωστόσο ο μηχανισμός της γενετικής μεταβίβασης δεν έχει αποσαφηνιστεί.

Σύμφωνα με τον Butler (1998), οι γονείς που υπήρξαν οι ίδιοι ενουρητικοί ενδέχεται να έχουν διαφορετικές απαιτήσεις από τα παιδιά τους σχετικά με την απόκτηση ελέγχου των σφιγκτήρων και να υιοθετούν διαφορετικές πρακτικές.

Οργανικοί παράγοντες:

  • δομικές ανωμαλίες του ουροποιητικού συστήματος,
  • λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος
  • και ορμονικές διαταραχές (Schroeder & Gordon, 1991).

 

Ωστόσο, αν αυτοί οι οργανικοί παράγοντες αποτελούν τη μοναδική αιτία του ελλιπούς ελέγχου των σφιγκτήρων, τότε, σύμφωνα με το DSM-IV, δεν τίθεται η διάγνωση της ενούρησης.

  • H πιο συνήθης ερμηνεία για τη νυχτερινή ενούρηση από τους γονείς και από τα ίδια τα παιδιά είναι η αδυναμία τους να ξυπνήσουν τη νύχτα επειδή κοιμούνται πολύ βαριά (Butler, 1998). ‘Oλα τα ερευνητικά δεδομένα καταρρίπτουν την άποψη αυτή (Mikkelsen et al., 1980).
  • Λανθασμένοι χειρισμοί των γονέων κατά τη διάρκεια άσκησης του παιδιού στον έλεγχο των σφιγκτήρων (Meadow, 1990, Schmitt, 1982).
  • Γονείς εξαιρετικά απαιτητικοί με την καθαριότητα του παιδιού οι οποίοι του απευθύνουν συνεχείς παρατηρήσεις, έχουν ως αποτέλεσμα το παιδί να αισθάνεται υπερβολική πίεση και να αποφεύγει την τουαλέτα, καθώς την έχει συνδυάσει με αρνητικά συναισθήματα καθώς αναβάλλει την ούρηση.
  • Η πρωτοπαθής ενούρηση ενδέχεται να είναι αποτέλεσμα ατελούς άσκησης στον έλεγχο των σφιγκτήρων, σε περιπτώσεις που επικρατεί άγχος ή συμβαίνουν δυσάρεστα γεγονότα στην οικογένεια την εποχή που το παιδί ασκείται σε αυτή τη διαδικασία (Walker et al., 1989).

 

Δευτεροπαθής ενούρηση:

  • συνήθως ψυχολογικά αίτια (αναφέρεται ως αντίδραση σε αγχογόνα περιστατικά, ιδιαίτερα στις ηλικίες μεταξύ 4-6 ετών (Walsh & Menvielle, 1997).
  • παρατηρείται συχνότερα ενδοοικογενειακή δυσαρμονία, η οποία φαίνεται να επηρεάζει την ανάπτυξη του παιδιού (Rutter et al., 1973). Tα εκλυτικά αίτια μπορεί να είναι η γέννηση ενός μικρότερου αδελφού, ο αποχωρισμός από τη μητέρα, η διάλυση της οικογένειας, μια αρρώστια, ένα ατύχημα, κ.α..

 

Η διαδικασία της διάγνωσης της ενούρησης περιλαμβάνει συνήθως δύο στάδια.

  • Πρώτο στάδιο: ιατρική εξέταση του παιδιού (αποκλεισμός οργανικών παραγόντων).
  • Δεύτερο στάδιο: ιστορικό διερεύνηση της φύσης της ενούρησης και παράγοντες που μπορεί να συνδέονται με αυτή.